Tεστ για όλους τους μαθητές κατά την αποφοίτησή τους από το δημοτικό και το γυμνάσιο σχεδιάζει το υπουργείο Παιδείας σε Γλώσσα, Μαθηματικά και ακόμη ένα μάθημα. Αυτό θα επιλεγεί ανάμεσα στις φυσικές επιστήμες και την πληροφορική.
Σύμφωνα με αναλυτικό ρεπορτάζ του Απόστολου Λακασά στη “Καθημερινή”, δεν θα πρόκειται για απολυτήριες εξετάσεις, αλλά για διαγωνίσματα των οποίων η βαθμολογία δεν θα μετράει για την πρόοδο κάθε μαθητή. Όμως θα αξιοποιούνται από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) και την Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (ΑΔΙΠΠΔΕ).
Ο σχεδιασμός οργανώνεται από τους δύο γνωμοδοτικούς θεσμούς του υπουργείου Παιδείας, στο πλαίσιο των ευρύτερων αλλαγών που θα εισαχθούν από το 2024 στις δύο βαθμίδες της υποχρεωτικής εκπαίδευσης μέσω της εφαρμογής των νέων προγραμμάτων σπουδών στις μεθόδους διδασκαλίας των μαθητών και στα εργαλεία αξιολόγησής τους.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΙΕΠ Σπύρο Δουκάκη, ο οποίος μίλησε στην «Καθημερινή» για το θέμα, «θα οργανώνουμε τις εξετάσεις διαγνωστικού χαρακτήρα με σκοπό να κάνουμε παρεμβάσεις ενόψει της μετάβασης των μαθητών από το δημοτικό στο γυμνάσιο και από το γυμνάσιο στο λύκειο με βάση τα προγράμματα σπουδών. Θα μπορούμε να διακρίνουμε πού πλεονεκτούν και πού χωλαίνουν οι μαθητές».
Με τα ανωνυμοποιημένα δεδομένα που θα συλλέγονται, το ΙΕΠ θα είναι σε θέση να πραγματοποιήσει ανάλυση μεγάλου όγκου δεδομένων και να προτείνει κατάλληλες μαθησιακές δραστηριότητες και διδακτικές προσεγγίσεις.
«Ο εκπαιδευτικός θα μπορεί να διαφοροποιεί τη διδασκαλία του, ενισχύοντας τους μαθητές του ανάλογα με τις γνώσεις και τις δεξιότητες που διαθέτουν. Ξέρετε, ο εκπαιδευτικός είναι αυτός που γνωρίζει καλύτερα από όλους τους μαθητές του πού μπορεί να εντοπίσει τις ανάγκες τους και πού την κατάλληλη στιγμή να τους διευκολύνει ώστε να ξεπεράσουν ένα εμπόδιο που συναντούν. Ουσιαστικά, οι προτεινόμενες δραστηριότητες και διδακτικές προσεγγίσεις θα αποτελούν πρόσθετα “εργαλεία” στο έργο του», λέει ο κ. Δουκάκης. Βεβαίως δεν μπορεί να γίνει λόγος για εξατομικευμένη διδασκαλία σε κάθε μαθητή με βάση τα αποτελέσματά του στα τεστ, αλλά για διαφοροποιημένη διδασκαλία μέσα στην τάξη με βάση το επίπεδο κάθε ομάδας μαθητών.
Προσοχή όμως: Το υπουργείο Παιδείας δεν θέλει να συνδεθούν οι εξετάσεις διαγνωστικού χαρακτήρα με τις εξετάσεις της PISA (κατά τα πρότυπα του ομώνυμου διαγωνισμού του ΟΟΣΑ) που ήδη οργανώνονται κάθε χρόνο σε ομάδα σχολείων και σε μαθητές ηλικίας 15 ετών. «Είναι καλό να προσδιορίσουμε ότι οι νέες εξετάσεις δεν σχετίζονται με τις εξετάσεις PISA και γι’ αυτό είναι σημαντικό να μην περιγράφονται ως ελληνικές εξετάσεις PISA», παρατηρεί ο κ. Δουκάκης.
Τα νέα διαγνωστικά τεστ στο ελληνικό σχολείο διαφοροποιούνται από την PISA και στον τρόπο οργάνωσης των ερωτήσεων. Ενώ στην ελληνική PISA ο μαθητής καλείται να απαντήσει εάν η ερώτηση είναι σωστή ή λάθος ή να επιλέξει μία εκ των τεσσάρων προτεινόμενων απαντήσεων, στα νέα διαγνωστικά τεστ θα πρέπει να επιλέξει ανάμεσα στο «σωστό», το «λάθος» και το «μερικά σωστό». Με αυτόν τον τρόπο θεωρείται ότι αποτυπώνεται καλύτερα το γνωσιακό επίπεδο των μαθητών.
Οι εξετάσεις συνήθως θα πραγματοποιούνται προς το τέλος του σχολικού έτους ώστε να έχουν ολοκληρώσει οι μαθητές και την ύλη της εκάστοτε τρέχουσας τάξης, με στόχο τα αποτελέσματα να αντικατοπτρίζουν τη συνολική εικόνα για την πορεία του μαθητή στο δημοτικό και αντίστοιχα στο γυμνάσιο. Η συμμετοχή στις εξετάσεις και των μαθητών ιδιωτικών σχολείων αποτελεί ζήτημα που μελετάει το ΙΕΠ την τρέχουσα περίοδο, ώστε να εισηγηθεί σχετικά.
Πηγή: alfavita.gr