Νέα επανάσταση με νομιμοποίηση της πολυγαμίας!
23 Ιανουαρίου 2024Εκκλησιασμός του Συλλόγου Πολυτέκνων Λάρισας στον Άγιο Χαράλαμπο
25 Ιανουαρίου 2024Συνεδρίασε την Τρίτη 23/1 η Ιερά Σύνοδος με κύριο θέμα συζήτησης τη στάση της Εκκλησίας το νομοσχέδιο της κυβέρνησης για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών.
Επί του θέματος τοποθετήθηκε ο Μητροπολίτης Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιερώνυμος.
Διαβάστε τι είπε:
Ἐπί τοῦ θέματος τῆς ἀνακοινωθείσας προθέσεως τῆς Κυβερνήσεως νά φέρει πρός ψήφιση νομοσχέδιο μέ τό ὁποῖο θά προβλέπονται οἱ ὅροι συνάψεως «γάμου μεταξύ ζευγαριῶν ὁμοφυλοφίλων» καί κατόπιν τῶν ὅσων ἀκούσθηκαν διά στόματος Μακαριωτάτου, ἀλλά καί τοῦ Ἁγίου Εἰσηγητῆ, Σεβ. Μητροπολίτου Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς κ. Νικολάου, εὐσεβάστως προάγομαι νά καταθέσω τήν ἐπί τοῦ θέματος γνώμη μου ὡς ἑξῆς:
Ὁ μαθητής τοῦ διάσημου νομομαθοῦς Οὐλπιανοῦ καί νομικός σύμβουλος τοῦ Αὐτοκράτορα Μάρκου Αὐρηλίου Μοδεστῖνος (3ος αἰ. μ.Χ.) ἔδωσε τόν κλασικό γιά τό Ρωμαϊκό Δίκαιο ὁρισμό τοῦ γάμου: «Γάμος ἐστὶν ἀνδρὸς καὶ γυναικὸς συνάφεια, συγκλήρωσις τοῦ βίου διά παντός, θείου τε καὶ ἀνθρωπίνου δικαίου κοινωνία …». Ὑπενθυμίζω ὅτι τό Ρωμαϊκό Δίκαιο εἶναι ἕνας ἀπό τούς ἐνεργούς ἱστορικούς πυλῶνες τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως, μάλιστα δέ στήν ἐκχριστιανισμένη του μορφή, μιᾶς πού ἡ βασική πηγή του καί ἡ διαρκής ἀναφορά τῶν νομομαθῶν εἶναι ὁ Ἰουστινιάνειος Κώδικας, δευτερευόντως δέ καί ὁ Θεοδοσιανός.
Τόν ὁρισμό αὐτόν ἐπικαλέστηκε ὁ Μέγας Βασίλειος καί συνέθεσε τό βασικότερο πλέγμα Ἱερῶν Κανόνων περί τοῦ Γάμου, τό ὁποῖο κυρώθηκε ἀπό τήν Πενθέκτη (ἐν Τρούλλῳ) Σύνοδο καί τό ὁποῖο οὐσιαστικά ἐνσωματώθηκε στήν πολιτειακή νομοθεσία μέ τό κορυφαῖο νομοθετικό ἔργο τῶν Μακεδόνων Αὐτοκρατόρων, τά Βασιλικά τοῦ Λέοντα ΣΤ´ τοῦ Σοφοῦ. Ὅλοι οἱ Ἱεροί Κανόνες τοῦ Μεγάλου Βασιλείου εἴτε ἀντιγράφονται αὐτούσιοι σέ νομικές διατάξεις, εἴτε παραπέμπονται στά σχόλια τῶν Βασιλικῶν ὡς ἑρμηνευτικές δικλεῖδες, προκειμένου νά θεσπιστεῖ τό Οἰκογενειακό Δίκαιο τῆς Αὐτοκρατορίας, τό ὁποῖο ἴσχυσε ἀμετάβλητο γιά τόν λαό μας καί τήν παράδοσή μας ἀπό τό 893, ὁπότε μέ τή Νεαρά 89 θεσπίζεται ἡ ἱερολογία τοῦ Γάμου ὡς μόνος τρόπος τελέσεώς του, μέχρι τό 1982 ὁπότε μέ τόν Ν. 1250/1982 θεσπίζεται ὁ πολιτικός γάμος ὡς ἰσόκυρος πρός τόν Θρησκευτικό. Ὑπενθυμίζεται ὅτι τότε οἱ ἀρχικές προθέσεις τῆς Πολιτείας ἦταν νά καθιερώσει ὡς μόνο ὑποχρεωτικό γιά ὅλους γάμο, τόν πολιτικό, μέ τήν αὐτονόητη δυνατότητα νά τελοῦν οἱ πιστοί καί ἱερολόγηση τοῦ γάμου τους. Τελικῶς, καθιερώθηκε ὡς ἰσόκυρος μέ τόν θρησκευτικό ὁ πολιτικός γάμος, κάτι πού δικαίωσε τότε τόν ὑπεύθυνο καί συνετό ἀγῶνα τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁ πολιτειακός νομοθέτης παρέπεμψε γιά τόν θρησκευτικό γάμο στό ἐσωτερικό δίκαιο τῶν ἐπιμέρους κατά τό Σύνταγμα «γνωστῶν θρησκειῶν» κι ἔτσι οἱ Ἱεροί Κανόνες τοῦ Μεγάλου Βασιλείου ἀποτελοῦν τή βάση τοῦ Κανονικοῦ μας Δικαίου περί Γάμου, ἀναγνωρισμένοι ὡς πρός τή σχετική ἰσχύ τους καί ἀπό τήν Ἑλληνική Πολιτεία.
Ἀπό τά παραπάνω προκύπτει καί ἡ πρώτη βασική μας διαφορά σέ σχέση μέ τό πῶς ἀντιμετωπίζει τόν γάμο ἡ Πολιτεία, μιᾶς πού ἐνῶ γιά ἐμᾶς ὁ γάμος εἶναι Μυστήριο καί μάλιστα «μέγα εἰς Χριστόν καί εἰς τήν Ἐκκλησίαν» (Ἐφεσ. ε´, 31-32), γιά τήν Πολιτεία εἶναι ἁπλή σύμβαση. Μπορεῖ γιά τή σύμβαση αὐτή νά ἀκολουθεῖται συγκεκριμένος τύπος συνάψεως, ὅπως ἐπίσης καί ρυθμίζεται ὁ τρόπος καί τύπος διαλύσεώς της, ὅμως ἡ Πολιτεία δέν μπορεῖ νά ξεφύγει ἀπό τήν ἔννοια τῆς συναλλαγῆς καί τῆς ἀντιμετωπίσεως ἀκόμη καί τῆς συγκεκριμένης ἀνθρώπινης σχέσεως ὡς συμβάσεως. Ἀπό αὐτό προκύπτει καί μιά ἀκόμη διαφορά. Ἡ Ἐκκλησία ἀντιμετωπίζει τόν γάμο μέ ἱερότητα καί πορεύεται πρός αὐτόν μέ σεβασμό, ἐνῶ ἡ Πολιτεία μέ ἐξουσιαστικότητα καί διεκδικεῖ τήν ὑποτέλεια.
Περαιτέρω ἡ Ἐκκλησία μας, προκρίνοντας τήν ἱερότητα τοῦ γάμου καί σεβόμενη τό Μυστήριο, ἀρνήθηκε νά ἀναγνωρίσει τόν πολιτικό γάμο, ἀκριβῶς διότι ἄν καί συνάπτεται μεταξύ ἄνδρα καί γυναίκας, ἀποκλείει τήν ὁμολογία καί παραδοχή τῆς ἱερότητας, γι᾽ αὐτό καί στήν καθημερινότητά μας ὁ πολιτικός γάμος εἶναι ἀφορμή ἀνενδοίαστης ἐκμεταλλεύσεως τῆς νομοθεσίας προκειμένου στή συνέχεια νά ἐξομαλυνθοῦν καταστάσεις ἤ νά ἐπιτευχθοῦν στόχοι πού ὁδηγοῦν στήν τέλεση ἱερολογίας τοῦ γάμου. Ἔτσι, τά νέα ζευγάρια προτιμοῦν τόν πολιτικό γάμο γιά νά ἐπιτύχουν συνυπηρέτηση (στρατιωτικοί, ἐκπαιδευτικοί, δημόσιοι ὑπάλληλοι κλπ), ἤ τή σύναψη κάποιου δανείου, ἤ τήν ἀντιμετώπιση κάποιας πρόωρης ἐγκυμοσύνης. Στή συντριπτική τους δέ πλειοψηφία οἱ πολιτικοί γάμοι μετατρέπονται σέ θρησκευτικούς, συνδυαζόμενοι πολλές φορές μέ τή βάπτιση τοῦ πρώτου παιδιοῦ. Τό ὑποκριτικό καί ἰδιοτελές τοῦ Κράτους φαίνεται στό γεγονός ὅτι ἀρνεῖται τή μετατροπή τῶν πολιτικῶν γάμων σέ θρησκευτικούς στά ληξιαρχεῖα ἐπικαλούμενο τό γεγονός ὅτι θεωρεῖ πώς ὁ γάμος συνάπτεται ἀπό τήν πρώτη ἡμερομηνία τελέσεως (πολιτικοῦ) καί δέν παράγει ἔννομα ἀποτελέσματα ἡ μετατροπή του σέ θρησκευτικό! Γι᾽ αὐτό τό λόγο καί προπαγανδίζεται ἡ πεποίθηση στήν ἑλληνική κοινωνία πώς «ὑποχωρεῖ ὁ θρησκευτικός γάμος ἔναντι τοῦ πολιτικοῦ», ὅτι οἱ «νέοι γυρίζουν τήν πλάτη στήν Ἐκκλησία» καί ἄλλα ἀνυπόστατα καί ψευδῆ, τά ὁποῖα ὅμως ἐπιτείνουν τό ἀντιεκκλησιαστικό κλίμα καί δημιουργοῦν, ἐσφαλμένα κοινωνικά πιστεύματα. Ἄρα ὁ πολιτικός γάμος ὑπάρχει γιά νά γίνεται ἀντικείμενο ἐκμεταλλεύσεως, καθώς μέσω αὐτοῦ ἐπιδιώκονται σκοποί, ἡ δε αἴσθηση τοῦ γνήσιου γάμου παραμένει στόν θρησκευτικό.
Γιά τόν ἴδιο λόγο τίθεται στίς ἡμέρες μας τό ζήτημα τῆς νομοθετικῆς μεταβολῆς τοῦ πολιτικοῦ γάμου, ὥστε νά μποροῦν νά τόν τελοῦν πλέον καί ὁμοφυλόφιλοι. Εἶναι ἡ πρώτη φορά στή μακραίωνη νομική μας παράδοση πού διεκδικεῖται νά ἀπονεμηθεῖ ἡ ὀνομασία γάμος σέ μία σχέση πέρα ἀπό ἕναν ἄνδρα καί μία γυναίκα. Κι αὐτό εἶναι τό ἐπικίνδυνο. Ὄχι γιατί ἀναιρεῖται ὁ παραδοσιακός ὁρισμός τοῦ γάμου ἐπεκτεινόμενος καί στά ὁμοφυλόφιλα ζευγάρια, ἀλλά γιατί δέν φαίνεται ποῦ μπορεῖ νά μπεῖ ὅριο καί φραγμός στήν ὁριοθέτηση τοῦ τί εἶναι γάμος πλέον. Γιατί νά μήν ὀνομασθεῖ γάμος ἡ ἀγάπη ἑνός ανθρώπου πρός ἕνα βράχο, ἤ ἑνός ἀνθρώπου πρός ἕνα δένδρο ἤ φυτό, ἤ ἑνός ἀνθρώπου πρός ἕνα ζῶο ἤ καί τό κατοικίδιό του; Ἀκόμη χειρότερα, γιατί νά μήν ὀνομάζεται γάμος ἡ σχέση περισσότερων τῶν δύο ἀνθρώπων, τοῦ ἴδιου ἤ καί τῶν δύο φύλων, χωρίς ἴσως ἀριθμητικό περιορισμό, ἀναβιώνοντας τήν πολυγαμική μορφή τοῦ γάμου[1]; Ἄν ξεφύγουμε ἀπό τόν ὁρισμό τοῦ γάμου ὡς ἕνωση ἄνδρα καί γυναίκας γιατί νά μιλᾶμε γιά γάμο; Γιατί νά μπλέκει ὁ νομοθέτης στή ρύθμιση τῶν ἀνθρώπινων σχέσεων;
Ὁ κύριος στόχος ὅσων διεκδικοῦν νά ξεχειλώσει ἡ ἔννοια τοῦ γάμου ὥστε νά συμπεριλάβει τά ὁμοφυλόφιλα ζευγάρια εἶναι τά παιδιά. Ὁ γάμος συνεπάγεται παιδιά. Τεκνοποιία! Ὅπου μέ φυσιολογικό τρόπο δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει τεκνοποιία, ὁ νόμος προβλέπει υἱοθεσία. Στίς ἡμέρες μας ἀκούγεται ὁ νομικά καί θεολογικά ἀπροσδιόριστος ὅρος τεκνοθεσία, ὡς ἐφεὐρημα ὅλων ὅσων συντονίζουν τήν ἐπίθεση στήν πυρηνική οἰκογένεια σέ μιά προσπάθεια νά φανοῦν ὅσο τό δυνατό πιό φυσιολογικοί.
Ἕνα μέρος τῆς ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας διαφωνεῖ μέ τό θέμα τοῦ γάμου καί τῆς ἀποκτήσεως παιδιῶν ἀπό ὁμοφυλόφιλα ζευγάρια, ἀναγνωρίζοντας τά ὅρια πού δέν ἐπιτρέπεται νά ὑπερβοῦν. Δυστυχῶς οἱ περισσότεροι τό διεκδικοῦν θεωρῶντας πώς αὐτό ἀναιρεῖ τήν ὅποια προβληματικότητα τῆς ὁμοφυλοφιλικῆς σχέσεως. Μέ ἄλλα λόγια αὐτό πού οἱ ἴδιοι ὀνομάζουν ὡς τεκνοθεσία, τό ἀντιμετωπίζουν ὡς εἰσιτήριο κοινωνικῆς ἀποδοχῆς, ἴσως καί ἐπιβολῆς. Κι αὐτός ὁ στόχος ἐπιχειρεῖται μεθοδικά, μέ ὅρους προπαγάνδας, συναισθηματισμοῦ καί τραγικῶν ψεμάτων. Ὅταν αὐτά δέν ἀρκοῦν, ἐπιστρατεύεται κι ἡ εἰρωνεία κι ἡ ἀπαξίωση κι ἡ περιφρόνηση πρός τόν ὅποιον διαφωνοῦντα, τρανές ἀποδείξεις ἐλλείψεως ἐπιχειρημάτων. Ἔτσι δικαιολογεῖται κι ἡ ὀξύχολη κατηγορία καθηγήτριας τῆς Νομικῆς Σχολῆς τοῦ Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης κατά τῆς Ἐκκλησίας μας γιά νομικό ἐρασιτεχνισμό. Δήλωση πού ἁπλῶς ἀποδεικνύει τόν πανικό ἐλλείψει ἐπιχειρημάτων, μιᾶς τῶν συντακτριῶν τοῦ νομοσχεδίου πού πρόκειται νά πάει πρός ψήφιση στή Βούλη, ἰδιότητα πού ἐπιμελῶς περιέκρυπτε.
Στά πλαίσια συναισθηματικῶν ἐξάρσεων καί πιέσεων, ἔφθασε μέχρι καί ὁ Ἐξοχώτατος Πρόεδρος τῆς Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως νά ἀναφερθεῖ σέ περίπτωση (πραγματική; φανταστική;) καρκινοπαθοῦς πού ἔχει συνάψει σύμφωνο συμβιώσεως μέ ἄτομο τοῦ ἰδίου φύλου καί ταυτόχρονα εἶναι μητέρα παιδιοῦ. Τί θά γίνει σέ περίπτωση ἀποβιώσεως; Γιατί νά μήν παραμείνει τό παιδί στή «σύντροφο» τῆς μητέρας του; Ἡ ἀπάντηση εἶναι ἁπλή. Τό διεκδικούμενο μέ τόν τρόπο αὐτό δικαίωμα δέν ἔχει ἀπονεμηθεῖ οὔτε στά ἑτερόφυλα ζευγάρια εἴτε παντρεμένα μέ θρησκευτικό ἤ πολιτικό γάμο, εἴτε συνάψαντα σύμφωνο συμβιώσεως. Σέ περίπτωση πού δύο σύζυγοι ἔχουν τέκνα εἴτε ἀπό προϋφιστάμενο γάμο, εἴτε ἐκτός γάμου μέ ἄλλον ἑτερόφυλο σύντροφο, δέν τελεῖται αὐτομάτως υἱοθεσία. Σέ περίπτωση ἀποβιώσεως τοῦ ἑνός συζύγου, τό τέκνο του κατά προτεραιότητα τό ἀναλαμβάνει ὁ ἐπιζῶν γονέας κι ὄχι ὁ τελευταῖος σύζυγος. Καί πάλι δέν τό ἀναλαμβάνει αὐτομάτως ἀλλά μέ ἀπόφαση τοῦ Μονομελοῦς Πρωτοδικείου κατά τή διαδικασία τῶν οἰκογενειακῶν διαφορῶν. Δηλαδή, τό Δικαστήριο ἀποφασίζει κατά τό βέλτιστο συμφέρον τοῦ τέκνου καί μπορεῖ νά ὁρίσει ἐπίτροπο τοῦ τέκνου τόν παπποῦ, τή γιαγιά, τόν θεῖο, τή θεία κλπ. Ἄρα δέν ὑπάρχει οὔτε σέ αὐτό ἀνισότητα. Ἀνισότητα θά ὑπάρξει σέ βάρος τῶν πυρηνικῶν οἰκογενειῶν ἄν νομοθετηθεῖ τό δικαίωμα πού διεκδικοῦν τά ζευγάρια ὁμοφυλοφίλων. Σέ κάθε περίπτωση προκρίνεται τό βέλτιστο συμφέρον τοῦ παιδιοῦ κι αὐτό ἀκριβῶς ἀναδεικνύει ὅτι ἡ βασική φιλοσοφία τοῦ νομοθέτη εἶναι νά βρεῖ οἰκογένεια γιά τό παιδί κι ὄχι παιδί γιά τό ζευγάρι. Ἀπό τήν ἄποψη αὐτή ἡ προηγούμενη ἀνακοίνωση τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, ἰδίως ὡς πρός τήν ἀντιμετώπιση τῶν παιδιῶν ἀπό κάποιους ὡς ἀξεσουάρ, ἦταν ἀπολύτως πραγματική καί σύμφωνη μέ τίς συνταγματικές ἐπιταγές γιά τήν προστασία τῶν δικαιωμάτων τοῦ παιδιοῦ ἀλλά καί τῆς οἰκογένειας.
Ἀπό τά παραπάνω προκύπτει νομίζουμε ἐπαρκῶς τό συμπέρασμα ὅτι δέν ὑφίσταται ὑποχρέωση τοῦ Κράτους γιά νομοθετική θέσπιση γάμου μεταξύ ὁμοφυλοφίλων ζευγαριῶν, καθώς δέν τίθεται θέμα ἰσότητας στό γάμο, ἀφοῦ καί ὁ γάμος κατά τό ἄρθρο 21 τοῦ Συντάγματός μας νοεῖται ὡς ἕνωση ἄνδρα καί γυναίκας. Περαιτέρω εἶναι γνωστό ὅτι δεν ὑφίσταται ὁδηγία ἤ ὁτιδήποτε ἄλλο ἀπό τήν Εὐρωπαϊκή ἕνωση ὑπέρ τοῦ γάμου τῶν ὁμοφυλοφίλων, οὔτε ἀναγνωρίζεται ὡς δικαίωμα ἀπό τήν Εὑρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων τοῦ Ἀνθρώπου. Ἴσα ἴσα, ἄν ἦταν δικαίωμα θά εἶχε ἐπέμβει τό Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας καί θά εἶχε νομολογήσει ὑπερ τοῦ δικαιώματος πού καταπατοῦνταν. Ὄχι μόνο δέν ἔχουμε τέτοια νομολογία, ἀλλά ἔχουμε ἀντίθετη νομολογία καί μάλιστα ἀρεοπαγιτική μέ ἀφορμή τήν τέλεση πολιτικοῦ γάμου μεταξύ ὁμοφυλοφίλων στήν Τῆλο[2]. Ἑπομένως, δέν τίθεται θέμα δικαιώματος, ἐξ οὗ καί τουλάχιστον ἄστοχη ἡ δήλωση τοῦ κυβερνητικοῦ ἐκπροσώπου, μέ τήν ὁποία προσπάθησε νά ἀπαντήσει στήν πρόταση τοῦ Μακαριωτάτου γιά δημοψήφισμα ἐπί τοῦ ἐπίμαχου θέματος. Ὄντως ἐπί ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων δέν τίθεται θέμα δημοψηφίσματος, καθώς εἶναι μονόδρομος ἡ προστασία τους. Ἐπί τοῦ προκειμένου ὅμως, δέν ἔχουμε νά κάνουμε μέ δικαίωμα, ἀλλά μέ προτίμηση, ἐπιθυμία, προσανατολισμό, πάθος ἤ ὅπως ἀλλοιῶς μπορεῖ νά χαρακτηριστεῖ ἡ τάση αὐτή.
Ὀφείλουμε νά τονίσουμε στό σημειο αὐτό ὅτι τά δικαιώματα ἀστικῆς καταστάσεως, ἀλλά καί ὅ,τι ἄλλο μπορεῖ νά διεκδικοῦν τά ὁμοφυλόφιλα ζευγάρια γιά τή νομική κατοχύρωση/ἀναγνώριση τῆς σχέσεώς τους, καλύπτεται ἐπαρκῶς ἀπό τά ὅσα προβλέπονται στόν Ν. 4356/2015, μέ τόν ὁποῖο ἐπεκτάθηκε ἡ δυνατότητα συνάψεως συμφώνου συμβιώσεως καί στά ὁμοφυλόφιλα ζευγάρια. Ἑπομένως, ἀπό τή στιγμή πού δέν ἀποστεροῦνται τό παραμικρό, ἀπό τή στιγμή πού εἶναι δεδομένο πώς ἡ μεγαλοπρέπεια καί ἡ ἱερότητα τῆς ἱερολογίας τοῦ γάμου δέν πρόκειται ποτέ νά τούς ἀπονεμηθεῖ, ἀπό τή στιγμή πού μᾶλλον ἡ σύναψη συμφώνου συμβιώσεως ἑνώπιον συμβολαιογράφου εἶναι ἰσχυρότερη καί ἀσφαλέστερη ἀπό πολιτικό γάμο ἐνώπιον αἱρετοῦ ἐκπροσώπου τῆς αὐτοδιοικήσεως πού μπορεῖ καί νά μήν ἔχει τήν ἀπαιτούμενη κατάρτιση, τότε γιατί διεκδικοῦν γάμο; Γιατί αὐτή ἡ ἐπιμονή;
Εἴπαμε ἀνωτέρω πώς σκοπός τους εἶναι ἡ ἀπόκτηση τέκνων καί μάλιστα μέ ἔντονη τήν ἀναφορά στήν παρένθετη μητρότητα[3]. Τό ζήτημα τῆς παρένθετης μητρότητας ἀποτελεῖ ἀντικείμενο συζητήσεως στίς δυτικές κοινωνίες, ἰδίως ὡς πρός τούς ὅρους καί τίς προϋποθέσεις ὑπό τίς ὁποῖες μπορεῖ νά ἐπιτραπεῖ. Σχετικά πρόσφατη εἶναι ἡ κήρυξη σταυροφορίας ἐναντίον τῆς παρένθετης μητρότητας ἀπό τό Βατικανό[4], χαρακτηρίζοντάς την «περιφρονητική διαδικασία» πού μετατρέπει ἕνα ἀγέννητο παιδί «σέ ἐμπορικό ἀντικείμενο trafficking». Ἡ ἀντίθεση δέ στήν παρένθετη μητρότητα καταλαμβάνει ἀκόμη καί τά ἑτερόφυλα ζευγάρια. Τό Βατικανό ἐπιμένει νά ἀκολουθεῖ ἀπόλυτες γραμμές, γιά τίς ὁποῖες μετά ἀπό χρόνια ἀναθεωρεῖ καί ἀναγκάζεται νά ζητήσει συγγνώμη. Στή χώρα μας, μετά καί ἀπό τήν ἐξαιρετική δουλειά τῆς Ἐπιτροπῆς Βιοηθικῆς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὡς πρός τήν παρένθετη μητρότητα γιά τά ἑτερόφυλα ζευγάρια προβλέπεται ὅτι ἐπιτρέπεται ἐφ᾽ ὅσον ὑφίσταται βιολογικός/ἰατρικός λόγος γιά τόν ὁποῖον ἡ μητέρα δέν μπορεῖ νά κυοφορήσει τό παιδί της, ἡ παρένθετη μητέρα ἔχει συγγένεια μέ τή γυναίκα τῆς ὁποίας τό παιδί θά κυοφορήσει (μητέρα, ἀδελφή κλπ) καί ἡ ὅλη διαδικασία διεξάγεται σέ ἐθελοντική βάση ἄνευ οἱασδήποτε ἀμοιβῆς. Μέ τόν τρόπο αὐτό διασώζεται ὁ σεβασμός στόν ἐρχομό ἑνός ἀνθρώπου στόν κόσμο καί στήν ἀνθρώπινη ἀξιοπρέπεια γενικότερα. Ἀλλά καί τό παιδί πού γεννᾶται ἔτσι, ἀκριβῶς ἐπειδή ἀποτελεῖ μέλος τῆς οἰκογένειας, δέν μπορεῖ νά ἀποπεμφθεῖ ἤ νά ἐπιστραφεῖ στήν παρένθετη μητέρα. Παραμένει στήν οἰκογένειά του, ἱκανοποιῶντας τόν πόθο τῶν γονέων του γιά παιδί. Ὑπενθυμίζεται ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος δέν ἀντιδρᾶ στήν παρένθετη μητρότητα συλλήβδην, ἀλλά στήν ἐκμετάλλευση καί ἐμπορευματικοποίησή της καθώς ἔτσι προσβάλλει τή γυναίκα καί δέν κατοχυρώνει το παιδί.
Κατά τούς «New York Times», ὁ Πάπας Φραγκίσκος δήλωσε γιά τήν παρένθετη μητρότητα ὅτι «αὐτή ἡ ἀποκρουστική καί περιφρονητική πρακτική πρέπει νά ἀπαγορευτεῖ παγκοσμίως, λόγω τῆς ἐμπορευματοποίησης τῆς ἐγκυμοσύνης». Κατά τόν Πάπα, «ἡ παρένθετη μητρότητα ἀντιπροσωπεύει μία ζοφερή καί βίαιη παραβίαση τῆς ἀξιοπρέπειας τῆς γυναίκας καί τοῦ παιδιοῦ, καί βασίζεται πάνω στήν ἐκμετάλλευση καταστάσεων πού ἔχουν νά κάνουν μέ τίς ὑλικές ἀνάγκες τῆς παρένθετης μητέρας», κάνοντας λόγο γιά «ἐκμετάλλευση τῆς φτώχειας γυναικῶν»: «Ἕνα παιδί δέν πρέπει ποτέ νά ἀποτελεῖ τή βάση γιά ἕνα ἐμπορικό συμβόλαιο». Οἱ παραδοχές αὐτές ἔχουν βασιμότητα μόνο στή θεώρηση τῆς προωθήσεως τῆς παρένθετης μητρότητας ἀπό συγκεκριμένες ἑταιρεῖες ὑποβοηθούμενης ἀναπαραγωγῆς πρός αὔξηση τοῦ τζίρου τους. Ὅμως, ὑπάρχει καί ἡ ἄποψη τῆς δημιουργίας περιβάλλοντος ἀξιῶν γύρω ἀπό τήν παρένθετη μητρότητα, κατά τά ὅσα εἴπαμε παραπάνω, ὥστε καί ἡ έπιστημονική πρόοδος νά ἔχει πρακτική χρησιμότητα καί νά ἀνακουφίζει ζευγάρια πού πραγματικά πονοῦν ἀπό τήν ἔλλειψη καί ποθοῦν ἕνα παιδί.
Ὑπενθυμίζεται πώς στήν Ἰταλία ἡ παρένθετη μητρότητα εἶναι ἀπολύτως παράνομη. Ὑπό προϋποθέσεις παρόμοιες μέ τῆς χώρας μας καί ὁπωσδήποτε χωρίς ἀμοιβή, ἐπιτρέπεται ἡ παρένθετη μητρότητα σέ πολλές εὐρωπαϊκές χῶρες, μάλιστα δέ στό Ἠνωμένο Βασίλειο, τήν Πορτογαλλία καί τήν Ὁλλανδία. Ἡ παρένθετη μητρότητα ἐπ᾽ ἀμοιβῇ καί μόνο γιά τά ἑτερόφυλα ζευγάρια ἐπιτρέπεται σέ ἐλάχιστες εὐρωπαϊκές χῶρες κυρίως τοῦ τέως ἀνατολικοῦ μπλόκ, ὅπως ἡ Οὐκρανία, ἡ Ρωσία καί ἡ Λευκορωσία. Πολλοί εὐρωπαῖοι, καί ὁμοφυλόφιλα ζευγάρια, χρησιμοποιοῦν πολλές φορές παρένθετες μητέρες ἀπό τά πιό φτωχά στρώματα στίς Ἠνωμένες Πολιτείες καί τόν Καναδᾶ ἔναντι ἀμοιβῆς. Βεβαίως, κάποιες ἀμερικανικές Πολιτεῖες ἔχουν ἀρχίσει καί νομοθετικά χαρακτηρίζουν παράνομη τήν πρακτική αὐτή. Τόν περασμένο Αὔγουστο ἡ χώρα μας βρέθηκε στή δίνη τῆς διεθνοῦς δυσφημίσεως, καθώς ἀποκαλύφθηκε στά Χανιά ἡ δράση ἐγκληματικῆς ὀργανώσεως πού ἐμπορευόταν βρέφη προερχόμενα ἀπό «βιομηχανοποίηση τῶν γεννήσεων». Αὐτό πρακτικά σημαίνει ὅτι ὑπῆρχαν αἰχμαλωτισμένες γυναῖκες πού ὑποχρεώνονταν νά λειτουργήσουν ὡς παρένθετες μητέρες καί νά κυοφορήσουν παιδιά χωρίς τή συγκατάθεσή τους. Κάποιες κατέθεσαν πώς ὑπῆρχαν «πελάτες» καί ἀπό τό ἐξωτερικό.
Γιατί τίθεται θέμα παρένθετης μητρότητας ἀφοῦ ἡ κυβέρνηση δηλώνει ρητά καί κατηγορηματικά ὅτι δέν πρόκειται να τήν δεχθεῖ; Διότι ἤδη μέλη τῆς ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας δήλωσαν πώς μετά τήν ψήφιση τοῦ σκοπούμενου νομοθετήματος, θά προσφύγουν στό Εὐρωπαϊκό Δικαστήριο Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων διεκδικῶντας τήν καταδίκη τῆς χώρας μας σέ ἀκόμη περισσότερα ἀπό ὅσα ἡ σκοπούμενη νομοθετική μεταβολή προτίθεται νά τούς δώσει. Τό εἴδαμε αὐτό καί μέ τό Σύμφωνο Συμβιώσεως, τό ὁποῖο ξεκινῶντας ἀπό τόν Ν. 3719/ 2008 μέ ρητή δήλωση ὅτι δέν ἀφορᾶ ὁμοφυλόφιλα ζευγάρια, τελικά ἔφτασε μέ τόν Ν. 4356/2015 νά ἐπεκταθεῖ καί στά ὁμοφυλόφιλα ζευγάρια κατόπιν καταδίκης τῆς χώρας μας ἀπό τό Εὐρωπαϊκό Δικαστήριο Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων. Γιατί μᾶς καταδίκασε τό Εὐρωπαϊκό Δικαστήριο Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων; Διότι μέ τόν ἀρχικό Νόμο γινόταν διαρκής ἀναγωγή σέ ὅρους Οἰκογενειακοῦ Δικαίου, ὅπου δέν χωρεῖ διάκριση φύλου, μέ συνέπεια νά ἐκτεθεῖ ἡ χὠρα μας. Ὅταν δέ τό 2015 ἦλθε πρός ψήφιση ὁ δεύτερος Νόμος, ἡ αἰτιολογική ἔκθεση ἁπλῶς ἐξηγοῦσε πῶς εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νά συμμορφωθοῦμε σέ ἀπόφαση τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Δικαστηρίου Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων. Τήν ἴδια περίοδο καί ἡ Γαλλία θέσπισε Σύμφωνο Συμβιώσεως μόνο γιά ἑτερόφυλα ζευγάρια, μέ ὅρους ὅμως ἀναγωγῆς στό ἐνοχικό δίκαιο. Ὀργανώσεις ΛΟΑΤΚΙ+ προσέφυγαν ἐναντίον τῆς Γαλλίας στό Εὐρωπαϊκό Δικαστήριο Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων καί ἀπέτυχαν παταγωδῶς, καθώς τό νομοθέτημα ἦταν πολύ ἀκριβές καί σωστά δομημένο, κάτι πού μᾶς κάνει νά ἔχουμε, ἄν ὄχι ὑποψίες, ὁπωσδήποτε ἀπορίες γιά τήν προχειρότητα τοῦ δικοῦ μας ἀντίστοιχου νομοθετήματος τοῦ 2008.
Κοιτάζοντας πίσω, ἀκόμη καί στήν ἐποχή τῆς μεγάλης μεταβολῆς στό Οἰκογενειακό μας Δίκαιο τή δεκαετία τοῦ ᾽80, δέν μπορεῖ παρά νά θαυμάσει κανείς τόν οἰωνεί προφητικό λόγο τῶν Πατέρων μας, οἱ ὁποῖοι στίς τότε συνεδριάσεις τῆς Ἱεραρχίας προειδοποιοῦσαν γιά τίς συνέπειες μιᾶς τέτοιας νομοθετικῆς μεταβολῆς στήν ἑλληνική κοινωνία καί μάλιστα στό δημογραφικό καί τόν ἐμβληματικό γιά τήν κοινωνική συνοχή θεσμό τοῦ γάμου. Ναί ἡ Πολιτεία ἄσκησε καί τότε τό δικαίωμά της νά νομοθετεῖ χωρίς νά λάβει ὑπ᾽ ὄψη παρατηρήσεις, ὑποδείξεις, προτάσεις τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία μας δέν ἔπαθε τίποτε ἀπό τή νομοθέτηση διατάξεων μέ τίς ὁποῖες διαφωνοῦσε. Ἐκεῖνος πού ἔπαθε ἦταν καί εἶναι ἡ κοινωνία μας, ἡ ὁποία ψηλαφᾶ σήμερα τήν κρίση στό γάμο καί διερωτᾶται πῶς προέκυψε, ἀντιμετωπίζει τό δημογραφικό καί τήν ὑπογεννητικότητα καί δέν μπορεῖ νά βρεῖ οὐσιαστικές λύσεις, διαπιστώνει τήν αὔξηση τῶν ψυχικῶν νοσημάτων ὡς συνέπεια τῶν διαταραγμένων ἀνθρώπινων σχέσεων καί ἀπορεῖ… Καί συνεχίζει νά νομοθετεῖ μέτρα χαλαρώσεως τῆς προστασίας τοῦ θεσμοῦ τοῦ γάμου ὑποκύπτοντας σέ πιέσεις εἴτε ὁμάδων εἴτε συμφερόντων.
Ἐν κατακλείδι, εὐσεβάστως προτείνω ἡ Σεπτή Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας, λαμβάνοντας ὡς δεδομένο ὅτι πάντα οἱ βάρβαροι περνᾶνε τίς Θερμοπῦλες, καθώς κάποιοι δέν λαμβάνουν ὑπ᾽ ὄψη τους ἐπιχειρήματα, ἀλλά μόνο τήν ιδιοτέλεια τῆς μικροπολιτικῆς καί τά ὠφέλη τῆς στιγμῆς, καί ἑπομένως ἡ σκοπούμενη νομοθετική μεταβολή μᾶλλον θά ψηφισθεῖ ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλληνων, νά ἀποφασίσει τά ἑξῆς:
Δηλώνοντας τήν αὐτονόητη ἀντίθεσή μας στή σκοπούμενη νομοθετική μεταβολή, νά ἐπιδιώξουμε τήν προσβολή της ἐνώπιον τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας μετά τήν ἔκδοση τῆς πρώτης ἐκτελεστῆς διοικητικῆς πράξεως πού θα στηρίζεται ἐπ᾽ αὐτῆς.
Νά ἐπιμείνουμε στήν ἀντίθεσή μας πρός τήν ἐμπορευματοποίηση τῆς παρένθετης μητρότητας, τόσο ὡς μήτρας πρός ἐνοικίαση, ὅσο καί ὡς πώληση ὠαρίων, πιέζοντας πρός τήν κατεύθυνση θεσπίσεως αὐστηρότερης ρητῆς νομοθεσίας.
Νά ἀναθέσουμε στή Συνοδική Ἐπιτροπή ἐπί τῶν Δογματικῶν καί Νομοκανονικῶν Ζητημάτων τή σύνταξη Εἰσηγήσεως περί τοῦ ἐπιτρεπτοῦ ἤ μή τῆς Βαπτίσεως τέκνων υἱοθετημένων ἀπό ὁμοφυλόφιλα ζευγάρια, ἰδίως πρός ἀποφυγήν ἔμμεσης ἀναγνωρίσεως ὁμοφυλοφιλικῆς συζυγίας ἤ γονεϊκότητας ἀπό τήν Ἐκκλησία μας. Σέ περίπτωση προτάσεως τοῦ ἐπιτρεπτοῦ τῆς Βαπτίσεως, νά προταθοῦν καί ὅροι καί προϋποθέσεις τελέσεως τέτοιων Βαπτίσεων, ὥστε νά ἀναδεικνύεται τό κύρος τοῦ Μυστηρίου, χωρίς νά ἀμαυρώνεται ἀπό τυχόν ἄθεσμες συναρτήσεις. Στά θέματα αὐτά δέν χωρεῖ οἰκονομία.
Νά ἀνατεθεῖ στήν Εἰδική Συνοδική Ἐπιτροπή Πολιτιστικῆς Ταυτότητας ἡ μελέτη τοῦ φαινομένου τῆς woke καί anti–woke culture, ὡς μορφές παραγωγῆς ἀναθεωρητικῶν προκλήσεων ἔναντι τῶν παραδοσιακῶν θεωρήσεων, συσκοτίσεως καί διαστροφῆς βασικῶν κοινωνικῶν ἐννοιῶν καί ὑποταγῆς θεσμῶν, ἐννοιῶν καί μορφῶν πολιτισμοῦ στήν ἱστορική συγκυρία καί χρησιμοθηρία.
Νά κυκλοφορηθεῖ φυλλάδιο ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΑΟ, ὅπου θά περιέχονται τά βασικότερα σημεῖα τῆς θαυμάσιας εἰσηγήσεως τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς κ. Νικολάου, προκειμένου νά ἀναδειχθεῖ ἡ κρυστάλινη θέση τῆς Ἐκκλησίας μας καί νά πληροφορηθεῖ ἐπαρκῶς τό χριστεπώνυμο πλήρωμα ὅλες τίς παραμέτρους τοῦ ζητήματος.
Ἡ Ἐκκλησία ὑπάρχει γιά νά διασφαλίζει τήν ἀλήθεια ὅπως ἐξῆλθε ἀπό τό ἀψευδές στόμα τοῦ Χριστοῦ. Δέν μπορεῖ νά ἐκφράζεται μέ βάση τά μικροπολιτικά παιχνίδια, τόν καιροσκοπισμό καί τήν ἰδιοτέλεια τῆς ἱστορικῆς συγκυρίας. Ἡ εὐθύνη τῶν ψυχῶν πού πάντοτε μᾶς βάραινε, εἶναι τό κριτήριο στή λήψη τῶν ἀποφάσεών μας, καθώς καί ἡ μετά φόβου Θεοῦ, Πίστεως καί ἀγάπης διακονία τῶν ἀνθρώπων.
Ιερά Σύνοδος: Ομόφωνο όχι στον γάμο και την τεκνοθεσία των ομόφυλων ζευγαριών
Σύμφωνα με όσα αποφασίστηκαν, στις 4 Φεβρουαρίου θα διαβαστεί το σχετικό κείμενο στους ναούς. «Κάθε ανατροπὴ της ηθικής αποδομεί την αξία του ανθρώπου», υπογράμμισε μεταξύ άλλων ο Μητροπολίτης Μεσογαίας Νικόλαος κατά την εισήγηση στην Ιερά Σύνοδο, αναφορικά με το νομοσχέδιο.
Στην ανακοίνωση που διαβάστηκε μετά την ολοκλήρωση της συνεδρίασης, αναφέρθηκε μεταξύ άλλων πως «η Εκκλησία είναι κάθετα αντίθετη στο νομοσχέδιο», ενώ «η Ιεραρχία της Εκκλησίας ηγείται και δεν άγεται». Το νομοσχέδιο χαρακτηρίστηκε «ναρκοθετημένο, που αφήνει παραθυράκια» ενώ επισημάνθηκε πως «η Εκκλησία δεν νομοθετει αλλά δεν δέχεται να επεμβαίνει η πολιτεία. Η εκκλησία δεν μπορεί να είναι κράτος εν κρατεί, πρέπει να υπάρχει οριοθέτηση μεταξύ εκκλησιαστικής και κρατικής διοίκησης». Ακόμη τονίστηκε πως «οι βουλευτές που θα ψηφίσουν το νομοσχέδιο θα έχουν βαρύτατη ευθυνη».
Παράλληλα, η Ιερά Σύνοδος αποφάσισε να κάνει τα ακόλουθα τρία βήματα για να δηλώσει τις θέσεις της Εκκλησίας για το νομοσχέδιο: α. Αποστολή επιστολής προς τους βουλευτές του κοινοβουλίου όπου θα παρουσιάζονται με νομικά επιχειρήματα οι θέσεις της Εκκλησίας. β. Κείμενο ‘ προς το Λαο’ σε πιο απλή γλώσσα, που θα αποσταλεί προς ανάγνωση στις Μητροπόλεις στις 4 Φεβρουαρίου (μαζί με διανομη φυλλαδίων) και γ. Εξουσιοδότηση σε Μητροπολιτες για ανάληψη πρωτοβουλιών ενημέρωσης και ευαισθητοποιησης στις επαρχίες τους.
«1. Η θεολογία της Εκκλησίας για τον γάμο απορρέει από την Αγία Γραφή, τη διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας και τη διάταξη του Μυστηρίου του Γάμου και φαίνεται καθαρά στην Ακολουθία του Μυστηρίου αυτού. Ο σκοπός του χριστιανικού γάμου είναι η δημιουργία καλής συζυγίας και οικογένειας, η ανάπτυξη παιδιών ως καρπών της εν Χριστώ αγάπης των δύο συζύγων και η σύνδεσή τους με την εκκλησιαστική ζωή.
Η Εκκλησία αποδέχεται για τη σχέση άνδρα-γυναίκας και παιδιών ότι:
α) η δυαδικότητα των φύλων και η συμπληρωματικότητά τους δεν αποτελούν κοινωνικές επινοήσεις, αλλά προέρχονται από τον Θεό («… καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν, ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς. καὶ εὐλόγησεν αὐτοὺς ὁ Θεός, λέγων· αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε…», Γένεσις 1, 27-28),
β) η ιερότητα της ένωσης άνδρα και γυναίκας παραπέμπει στη σχέση του Χριστού και της Εκκλησίας («… ὁ ἀγαπῶν τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα ἑαυτὸν ἀγαπᾷ… τό μυστήριον τοῦτο μέγα ἐστίν, ἐγὼ δὲ λέγω εἰς Χριστὸν καὶ εἰς τὴν Ἐκκλησίαν», Απ. Παύλου, Προς Εφεσίους 5, 28),
γ) ο χριστιανικός γάμος δεν είναι απλή συμφωνία συμβίωσης, αλλά Ιερό Μυστήριο, μέσω του οποίου παρέχεται η χάρη του Θεού στη σχέση κοινωνίας άνδρα και γυναίκας με στόχο την κοινή τους πορεία προς τη θέωση –και αυτή η ευλογημένη πορεία αφορά όλα τα ζεύγη με ή χωρίς παιδιά,
δ) ο πατέρας και η μητέρα είναι συστατικά στοιχεία της παιδικής και της ενήλικης ζωής («Τίμα τόν πατέρα σου καί τήν μητέρα σου»,Έξοδος 20, 12).
2. Προφανώς η Πολιτεία νομοθετεί, αλλά αυτή η παράμετρος ούτε στερεί την ελευθερία του λόγου από την Εκκλησία ούτε απαλλάσσει την Εκκλησία από το καθήκον ενημέρωσης του πιστού λαού ούτε μπορεί να της υποδείξει σε τι συνίσταται η αμαρτία. Η Εκκλησία δεν νομοθετεί και δεν φέρει ευθύνη για τους νόμους. Αν σιωπήσει, όμως, φέρει βαρύτατη ευθύνη και αυτοκαταργείται.
3. Από το 2015 το σύμφωνο συμβίωσης παρέχει σε ζευγάρια του ιδίου φύλου όλα τα δικαιώματα και τις δυνατότητες του γάμου με κύρια εξαίρεση τη δυνατότητα απόκτησης παιδιών με υιοθεσία ή παρένθετη κύηση.
Το σύνθημα της «ισότητας στον γάμο» αποβλέπει σε ένα στόχο, στην απόκτηση παιδιών από «ομόφυλα ζευγάρια».
4. Ανακοινώθηκε ότι θα επιτρέπεται ο «ομόφυλος γάμος» και η «ομόφυλη γονεϊκότητα» μέσω υιοθεσίας και (με διάφορες διόδους) μέσω παρένθετης κύησης. Οι εμπνευστές του νομοσχεδίου και οι συνευδοκούντες σε αυτό προωθούν την κατάργηση της πατρότητας και της μητρότητας και τη μετατροπή τους σε ουδέτερη γονεϊκότητα, την εξαφάνιση των ρόλων των δύο φύλων μέσα στην οικογένεια και θέτουν πάνω από τα συμφέροντα των μελλοντικών παιδιών τις σεξουαλικές επιλογές των ομοφυλόφιλων ενηλίκων. Με βάση το νομοσχέδιο, ομοφυλόφιλοι μονογονείς θα μπορούν να επιβάλουν στο παιδί τους τον σύντροφό τους ως «πατέρα 2» ή ως «μητέρα 2».
5. Η νομοθετική αυτή πρωτοβουλία καταδικάζει μελλοντικά παιδιά να μεγαλώσουν χωρίς πατέρα ή μητέρα σε ένα περιβάλλον σύγχυσης των γονεϊκών ρόλων. Η μονογονεϊκή οικογένεια είναι διαφορετική περίπτωση. Προκαλεί στέρηση του ενός γονέα, αλλά όχι σύγχυση των ρόλων των γονέων. Αντίθετα, η ομοφυλοφιλική συμβίωση προξενεί και τα δύο. Επιπλέον, τα παιδιά αυτά συχνά δεν θα έχουν δυνατότητα γνωριμίας με τον άλλο βιολογικό γονέα τους. Δεν θα έχουν επίσης το προσωπικό βίωμα της παρουσίας του άλλου φύλου (αντίθετου των «ομόφυλων γονέων» τους) μέσα σε μία ετερόφυλη σχέση. Τα παιδιά με πατέρες 1 και 2 ή με μητέρες 1 και 2 (ή και παραπάνω) θα είναι τα θύματα ενός αφύσικου μηχανισμού τεκνοθεσιών.
6. Δημοσιοποιήθηκε ότι: α) θα επιτρέπεται στα «ομόφυλα ζευγάρια» η από κοινού υιοθεσία και η υιοθεσία από τον «ομόφυλο σύζυγο» του γονέα (θα ισχύσει και για τα σημερινά παιδιά από παρένθετη κύηση), β) δεν θα επιτρέπεται στην Ελλάδα η παρένθετη κύηση υπέρ «ομόφυλου ζευγαριού», αλλά αυτή θα αναγνωρίζεται, αν έγινε νόμιμα σε άλλο κράτος. Οι ρυθμίσεις αυτές θα αποτελέσουν κίνητρα για την εκμετάλλευση ευάλωτων γυναικών.
Εάν τα προαναφερθέντα ισχύσουν, πρόκειται για ένα ναρκοθετημένο νομοσχέδιο με αντιφάσεις και τρόπους παράκαμψης των απαγορεύσεών του (μέσω κυήσεων στο εξωτερικό) και είναι πιθανή η καταδίκη της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων λόγω διακρίσεων, οπότε η χώρα θα αναγκασθεί να νομοθετήσει και στο έδαφός της την παρένθετη κύηση.
7. Το νομοσχέδιο καταργεί όχι μόνο κανόνες βιοηθικής, χριστιανικές αξίες και την ελληνική οικογενειακή παράδοση, αλλά ανατρέπει τα δικαιώματα μελλοντικών παιδιών και τους ρόλους των φύλων ως στοιχείων συνοχής της κοινωνίας –και αυτό αφορά τον καθένα, έστω και αν δεν αποδέχεται τη χριστιανική ηθική. Το ερώτημα που αιωρείται αναπάντητο είναι τελικά: Ποιος είναι ο ουσιαστικός λόγος αυτής της απόφασης που αλλάζει συνολικά και άρδην τον θεσμό του γάμου και την ιδιότητα του γονέα και γιατί προωθείται με τόση επιμονή;
8. Η Εκκλησία της Ελλάδος αναγνωρίζει μόνο το Ιερό Μυστήριο του χριστιανικού γάμου και απορρίπτει τον πολιτικό γάμο ασχέτως φύλου. Εν προκειμένω τάσσεται κατά του πολιτικού γάμου «ομόφυλων ζευγαριών» για τον πρόσθετο λόγο ότι αυτός οδηγεί αναπόδραστα σε «ομόφυλη γονεϊκότητα» μέσω υιοθεσίας ή παρένθετης κύησης. Η νομοθέτηση αυτή συγκρούεται τόσο με τη χριστιανική ανθρωπολογία, όσο και με το καθήκον της κοινωνίας να εξασφαλίζει στα παιδιά ευημερία και σωστή ανατροφή, αλλά και με το δικαίωμα των παιδιών να έχουν πατρική και μητρική παρουσία και φροντίδα. Για όλους τους προηγούμενους λόγους και με αίσθημα ποιμαντικής ευθύνης και αγάπης, η Αγία Εκκλησία μας είναι κάθετα αντίθετη προς το προωθούμενο νομοσχέδιο.
9. Η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας αποφάσισε: α) τη σύνταξη σχετικής επιστολής με τις θέσεις της προς τα αξιότιμα μέλη της Βουλής των Ελλήνων, β) την ανακοίνωση των θέσεών της στους Ιερούς Ναούς την Κυριακή 4 Φεβρουαρίου 2024 και τη διάθεση σχετικού φυλλαδίου «Προς τον Λαό» μέσω των Ιερών Ναών και της ιστοσελίδας της, γ) την παροχή εξουσιοδότησης προς κάθε Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη να προχωρήσει, εντός της επαρχίας του και κατά την έμφρονα ποιμαντική κρίση του, σε πρωτοβουλίες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης ως προς την επικείμενη νομοθέτηση και τον θεσμό της οικογένειας».
Πηγές αναφέρουν πως στη διάρκεια της συνεδρίασης δεν τέθηκε θέμα αιτήματος περί απόσυρσης του νομοσχεδίου, ενώ ξεκαθαρίστηκε πως «ο Αρχιεπίσκοπος δεν διασπά ποτέ τη γέφυρα επικοινωνίας» με τον Πρωθυπουργό και τους αρχηγούς.
Στην τοποθέτησή του για το νομοσχέδιο, ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος έκανε λόγο για «μια νέα πραγματικότητα που πρόκειται να αλλοιώσει την κοινωνική συνοχή της πατρίδας μας, να εισαγάγει νέες μορφές οικογένειας, να κανονικοποιηθουν οι ‘εκτροπες’». Παράληλλα, ανέφερε πως θίγονται τα παραδοσιακά πρότυπα του πατέρα και της μητέρας και επιχειρείται αλλαγή του οικογενειακού δικαίου.
Κεντρικός εισηγητής επί του θέματος ήταν ο Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής, Νικόλαος ενώ πραγματοποιήθηκε και συζήτηση μεταξύ των 82 Μητροπολιτών, οι οποίοι μετείχαν στην Ιερά Σύνοδο. Μάλιστα, λόγω της μεγάλης συμμετοχής ομιλητών, η συνεδρίαση διήρκεσε περισσότερο με τις εκτιμήσεις και ολοκληρώθηκε λίγο πριν τις 14:30 έχοντας ξεκινήσει λίγο μετά τις 09:00.
Πηγή: protothema.gr